ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ ΚΑΙ ΤΙΝΩΝ ΑΛΛΩΝ - AFTER ALOSIN ALLOFRON ΕΝΝΙΟΤΕ ΚΑΙ ΑΦΡΩΝ

        Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου Βιβλία και «Λόγοι»

10/7/14

π. Ειρηναίος Δεληδήμος: Γεροντισμός, πόθος αγιότητας, υπακοή, ο Χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία

  
 
Ομιλία του π. Ειρηναίου Δεληδήμου στον ιερό ναό Παναγίας Λαοδηγήτριας, στη Θεσσαλονίκη, στις 23 Μαΐου 2011


Γεροντισμός


00:03:20

Σκεφτείτε, μέσα στον αρχέγονο Χριστιανισμό, η χαρά ήταν τόσο σημαντικό πράγμα, που ακόμη κι όταν τους ρίχναν στα λιοντάρια χαιρόντουσαν. Ενώ σήμερα έχουμε καταντήσει, όπου υπάρχει θρησκευτικότητα βλέπουμε ... βλέπει κανείς τους ανθρώπους της Εκκλησίας να έχουν εκείνο το θλιμμένο ύφος, το οποίο είναι των τελευταίων δεκαετιών, δεν ήταν πάντα. Θυμάμαι όταν για πρώτη φορά στη ζωή μου είδα αυτό το θλιμμένο ύφος, κάποιος αρχιμανδρίτης με είχε καλέσει να βοηθήσω κάποια φοιτήτρια για μια εργασία που είχε και δεν τα κατάφερνε, εξομολογούνταν σ’ αυτόν και ήταν και υποψήφια μοναχή. Πήγα στο σπίτι του, δεν ήταν αυτός εκεί, ήταν η φοιτήτρια, αρχίσαμε, συζητούσαμε, γελούσαμε, ... και ξαφνικά ήρθε κι εκείνος. Εγώ σηκώθηκα γεμάτος χαρά, άρχισα να του μιλάω, και βλέπω εκείνη τη φοιτήτρια, που ως τότε ήταν χαρούμενη και γελαστή, ξαφνικά πήρε ένα παγωμένο ύφος, έτσι στάθηκε, προχώρησε σιγά-σιγά προς τον αρχιμανδρίτη, έσκυψε, έβαλε μετάνοια, του φίλησε το χέρι κι ήταν σαν ένα ρομπότ. Ήταν η αρχή του φαινομένου του γεροντισμού. Εγώ τα έχασα τότε, ήταν η πρώτη φορά που έβλεπα τέτοιο φαινόμενο. Που να ξέρω ότι μετά αυτό θα γενικευθεί και όλοι οι ευσεβείς ορθόδοξοι χριστιανοί θα το ασκούν αυτό το επάγγελμα. Δηλαδή, όταν βλέπουνε, ή τον γέροντα τους ή οποιονδήποτε άλλο αμέσως να παίρνουν εκείνο το ύφος, το ωραίο, να σκύβουν, και να αρχίζουν, «γέροντα» και «την ευχή σου» και «την ευλογία σου» και τα γνωστά.

00:06:03

Κοιτάξτε, θα σας πω κάτι, εγώ καταλαβαίνω τα παιδιά που δεν τους αρέσει η εκκλησία. Τα βάζουν τα καημένα όρθια εκεί, ακίνητα, ... Να το ξέρετε όσοι έχετε παιδιά μη τα αναγκάζετε να μένουν ακίνητα. Φοβερό πράγμα αυτή η μόδα. Τα παλιά τα χρόνια ... ας πάμε στα πολύ παλιά τα χρόνια. Αν διαβάσουμε εκείνη τη πολύ γνωστή ιστορία των Πρωτοπλάστων. Θέλησαν να γίνουν θεοί, να αποκτήσουν εξουσία, γνώσεις κλπ., κλπ. κι έτσι έχασαν την παιδική αθωότητα. Οι Πατέρες λένε ότι οι Πρωτόπλαστοι ήταν νήπια, όχι σωματικά, νήπια και θέλησαν να μεγαλώσουν γρήγορα, να γίνουν θεοί, κι έτσι φύγαν απ’ τον παράδεισο. Την απάντηση, για να ξαναγυρίσουμε στον παράδεισο, μας την έδωσε ο Κύριος όταν είπε, «αν δεν γίνετε παιδιά δεν θα μπείτε στη Βασιλεία των Ουρανών» (Ματθ. 18,3). Βλέπετε, είναι ακριβώς η αποκατάσταση του Προπατορικού αμαρτήματος. Ήταν νήπια, ζούσαν στον παράδεισο. Μεγάλωσαν, απέκτησαν την γνώση, διώχτηκαν από τον παράδεισο. Ο μόνος τρόπος να γυρίσουμε στον παράδεισο είναι να γίνουμε παιδιά. Δυστυχώς όμως, ... μέσα στην ορθόδοξη εκκλησία κατ’ εξοχήν συμβαίνει τις τελευταίες δεκαετίες, οι άνθρωποι δεν θέλουν να είναι παιδιά. Και πάρα πολλοί, ρασοφόροι ειδικά, θέλουν να λέγονται «γεροντάδες». Είναι η μόδα των τελευταίων δεκαετιών, να λέγονται γεροντάδες. Σκεφτείτε όμως όποιος θέλει να είναι γέροντας, όποιος θέλει να είναι μεγάλος, προδίδει τον Χριστό που είπε να είμαστε παιδιά. Κι όμως οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει τον Χριστό και στη θέση του Χριστού έχουν βάλει αυτό ακριβώς που δεν ήθελε ο Χριστός. Γεροντάδες, δηλαδή, ανθρώπους ... ανθρώπινες αυθεντίες! Δηλαδή δεν λένε πια, «ο Χριστός είπε αυτό», δεν διαβάζουν οι άνθρωποι, ας πούμε το Ευαγγέλιο, την Καινή Διαθήκη, να δουν τι θέλει ο Χριστός, τους ενδιαφέρει να δουν τι είπε ο ένας γέροντας ή ο άλλος γέροντας, και αυτό το πράγμα είναι ανθρωπολατρεία. Στη θέση του Χριστού, δηλαδή, έχουν μπει άνθρωποι.

Προσέξτε μη γίνει καμιά παρεξήγηση, με αυτά που λέω, με κανένα τρόπο δεν εννοώ ... δεν είναι μια πολεμική κατά του μοναχισμού. Το πρόβλημα δεν είναι ο μοναχισμός, αλλά είναι η ανθρωπολατρεία που έχει ξεκινήσει με τον θεσμό των γεροντάδων που υπήρχε φυσικά στον μοναχισμό, αλλά τώρα πια δεν είναι μέσα στον μοναχισμό, έχει γίνει μια μόδα. Παλιά στο δρόμο σε συναντούσαν, λέγαν, «πάτερ», ε, το πολύ-πολύ να φιλούσαν το χέρι, τώρα λένε «γέροντα» και βάζουν και μετάνοια. Αυτά είναι καινούργια πράγματα, είναι πράγματα που δεν υπήρχαν μέσα στην ορθοδοξία. Όπως επίσης και το περίφημο θέμα της υπακοής στον γέροντα. Έχω ακούσει τρομακτικά πράγματα με αυτή την υπακοή στον γέροντα. Ζητάνε φοβερά πράγματα και τα χαϊβάνια κάνουνε υπακοή λέγοντας «το κάνει για να με δοκιμάσει». Ε, τώρα το θέμα της υπακοής, για μένα δεν μου ταιριάζει γιατί ήμουν πάντα αναρχικός. Κι εκείνο με την κουκούλα να το εξηγήσω περισσότερο, όταν έγινα μοναχός μου έβαλαν κουκούλα, «κουκούλιον ακακίας» λέγεται. Το είδαν οι άλλοι αναρχικοί και ζήλεψαν και από τότε άρχισαν να φοράν όλοι κουκούλες. Έτσι γεννήθηκε η μόδα των κουκουλοφόρων αναρχικών.

Αν βλέπατε παλιότερα αγιορείτες, ... δεν μπορώ να ξεχάσω μια φωτογραφία, δύο γνωστών μου αγιορειτών, βγήκαν φωτογραφία ο γέροντας καθιστός και δίπλα του ο πνευματικός, ήτανε σε μια από τις καλύβες στο Άγιον Όρος, όχι μέσα σε μοναστήρι, από εκείνα που είναι σαν οικογένειες μοναχών. Λοιπόν και ο άλλος, που ήταν ο ιερέας και πνευματικός της συνοδείας, τον κρατούσε έτσι, όπως τα παιδιά όταν βγαίνουν φωτογραφίες, το ένα βάζει τα χέρια του, εδώ το κεφάλι του άλλου, μια φωτογραφία, δηλαδή, σαν δυο παιδάκια ήτανε, χαμογελαστοί, μπορεί να είχαν μεγάλη ηλικία αλλά ήταν παιδάκια, κυριολεκτικά. Οι παλιοί αγιορείτες, μιλούσαν για τον γέροντα τους, τον αγαπούσαν πάρα πολύ τον γέροντά τους, αλλά προσέξτε, δεν τον θεωρούσαν αλάθητο όπως έχει γίνει σήμερα. Το φαινόμενο που έχουμε σήμερα με τον γεροντισμό αυτό είναι παπικό. Δηλαδή κατηγορούμε τους παπικούς που λένε ότι ο Πάπας είναι αλάθητος, και το αλάθητο το έχουμε μέσα μας, μέσα στην ορθοδοξία. Κι εκείνοι έχουν έναν Πάπα, εμείς έχουμε πάρα πολλούς, κάθε γέροντας αλάθητος. Είναι κάτι που δεν υπήρχε παλαιότερα. Άλλο πράγμα να αγαπάς τον γέροντα, άλλο επίσης να κάνεις υπακοή σαν άσκηση, γιατί αυτό είναι το νόημα της υπακοής, είναι συντριβή του εγωισμού, κι άλλο αυτό το φαινόμενο που έχει επικρατήσει. Έχω ακούσει να λένε ότι «προτιμότερο είναι να τα χαλάσεις με τον Θεό παρά με τον γέροντα. Γιατί αν τα χαλάσεις με τον Θεό, ο γέροντας θα σε συμφιλιώσει με τον Θεό. Αν όμως τα χαλάσεις με τον γέροντα ποιος θα σε συμφιλιώσει με αυτόν;». Καταλαβαίνετε αυτά είναι ανοησίες.

Αλλά για να πάμε λίγο στο θέμα της υπακοής. Τι νόημα έχει αυτή η υπακοή; Κι εδώ έχει γίνει μια διαστρέβλωση γιατί η υπακοή είναι μια από τις τρεις μοναχικές αρετές, παρθενία, ακτημοσύνη, υπακοή. Τώρα με πιο τρόπο η μία από τις τρεις αυτές έχει επεκταθεί σε όλο τον κόσμο είναι κάτι μυστηριώδες. Δηλαδή γιατί δεν έχουν επεκτείνει και τις άλλες και να γίνουμε όλοι ένα μοναστήρι. Επαναλαμβάνω, αυτά που υπάρχουν μέσα στον μοναχισμό υπήρχαν στον κύκλο των δώδεκα Αποστόλων. Σε παλιά πατριαρχικά σιγίλια που εκδίδονταν για μονές πάντοτε έλεγαν ότι το πρότυπο του κοινοβιακού μοναχισμού είναι ο κύκλος των δώδεκα Αποστόλων. Είχαν κοινοκτημοσύνη, παρθενία, έστω κι αν ορισμένοι ήσαν προηγουμένως έγγαμοι. Ο απόστολος Πέτρος ο οποίος είχε και πεθερά, από εκεί το ξέρουμε ... του τη θεράπευσε ο Χριστός και γι’ αυτό Του είχε κακία και γι’ αυτό Τον αρνήθηκε ... και είχαν, ας πούμε, τον γέροντα, τον ραβί, ένας ήταν ο διδάσκαλός τους. Και μάλιστα μη λησμονείτε κι εκείνο που είπε ο Χριστός για τους Εβραίους ότι τους άρεζε να τους αποκαλούν «ραβί» και να τους θαυμάζουνε. Το «ραβί» δεν σημαίνει ακριβώς «διδάσκαλος», σημαίνει «μεγάλος», «ραμπ» στα σημιτικά σημαίνει «μεγάλος». Και λέει ο Χριστός «τους αρέσει να τους αποκαλούν ραβί», είναι το ίδιο με τη σημερινή μόδα που τους αρέσει, πολλών ρασοφόρων, να τους αποκαλούν «γέροντα». «Εσείς», λέει, «μη κληθείτε ραβί, και μη κληθείτε καθηγητέ ... και πατέρα ημών μη καλέσετε επί της γης», φυσικά τον μπαμπά του κανείς πατέρα θα τον πει, δεν εννοεί αυτό, εννοεί με την απόλυτη αυθεντία, με την έννοια ότι παραδιδόμαστε σε σένα, είσαι το παν. Αυτά τα πράγματα που υπάρχουν στο σημερινό γεροντισμό, αυτά ο Χριστός τα απέρριψε, γιατί τα είχαν και οι Εβραίοι, τότε. Και είπε «πατέρα μη καλέσετε επί της γης, ένας είναι ο πατέρας σας» κλπ., κλπ. Δηλαδή για μας εκείνο που είναι το ανώτερο είναι ο Χριστός, το κέντρο είναι ο Χριστός, Εκείνος είναι ο δάσκαλός μας, Εκείνος είναι ο αρχηγός μας. Κάθε άνθρωπος που βγαίνει, με την έννοια ότι αντιπροσωπεύει τον Χριστό και κάτι τέτοια, είναι κάτι πολύ μακριά από το αρχικό πνεύμα του Χριστιανισμού.

00:17:45

Όποιος θέλει να είναι γέροντας αρνείται εκείνο που είπε ο Χριστός να γίνουμε παιδιά. Αρνείται το άλλο που είπε, «Πατέρα ημών μη καλέσετε επί της γης, μη κληθείτε καθηγητέ ...», όλα εκείνα τα παρατάει. Είναι μια σοβαρή απομάκρυνση από τη διδασκαλία και από το πνεύμα γενικά του Χριστιανισμού. Τώρα όμως να πάω συγκεκριμένα στο θέμα της υπακοής. Σας είπα, οι παλιοί αγιορείτες αγαπούσαν πάρα πολύ τους γεροντάδες. Και φυσικά η μόδα άρχισε, όταν πήγαν ορισμένοι ... υπήρχαν και παλιοί αγιορείτες, γεροντάδες εκεί, πήγαν ορισμένοι χαρισματικοί άνθρωποι, πήγαν στο Άγιον Όρος άνθρωποι πραγματικά χαρισματικοί. Τρέξαν τότε νέοι μοναχοί, έγινε η αναγέννηση του Αγίου Όρους. Αλλά αυτοί ήτανε, τέλος πάντων, χαρισματικοί άνθρωποι. Τώρα έχει γίνει μόδα ο κάθε ένας που φοράει ράσο, γέροντας. Είναι σαν εκείνο που κάθε επίσκοπος λέγεται «ο άγιος τάδε». Δεν έχουν κανένα νόημα αυτά πράγματα. Βεβαίως να σας πω και κάτι, τι σημαίνουν όλοι αυτοί οι τίτλοι; Αυτοί οι εκκλησιαστικοί τίτλοι δεν σημαίνουν ότι κάποιος το έχει αυτό το πράγμα, αλλά ότι πρέπει να το έχει. Δηλαδή όταν λέμε ο Πατριάρχης ή ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης «παναγιότατος» δεν σημαίνει ότι είναι παναγιότατος, σημαίνει ότι πρέπει να γίνει, καθήκον σημαίνουν αυτοί οι τίτλοι. Δηλαδή, μας λέει ο Κύριος και ο απόστολος Παύλος το επαναλαμβάνει «άγιοι γίνεσθε», όλοι! Όλοι οι Χριστιανοί πρέπει να γίνουν άγιοι. Εκείνος που έχει μια ευθύνη, ο ποιμήν, πρέπει να γίνει αγιότατος, παραπάνω. Όταν λέμε έναν μοναχό «οσιότατο» δεν σημαίνει ότι είναι οσιότατος, παραπάνω από τους οσίους που έχουμε τις γιορτές τους. Αλλά σημαίνει ότι πρέπει να αγωνίζεται να γίνει πάρα πολύ όσιος.


Πόθος αγιότητας


Και εννοείται αυτό πάλι, όχι με την έννοια την προσωπική, την εγωιστική. Αν κανένας λέει, θέλω να γίνω άγιος, αυτός έχει χάσει τελείως το νόημα. Πολύ νεαροί πάνε στο Άγιον Όρος γιατί θέλουν να γίνουν άγιοι και να κάνουν και θαύματα μάλιστα. Όσοι πάνε με τέτοια προοπτική στο τέλος τα παρατάν και φεύγουνε. Γιατί το κίνητρο τους είναι εγωιστικό. Μπορεί να διαβάζουμε στους βίους των αγίων ότι είχαν τον πόθο της αγιότητας. Άλλος είναι ο πόθος της αγιότητας. Ο πόθος της αγιότητας για έναν χριστιανό είναι να ενωθεί με τον Χριστό που είναι η πηγή της αγιότητας. Δεν είναι κάτι προσωπικό του, είναι η ένωση και ούτε μπορεί να γίνει κανείς προσωπικά ... να βρει την αγιότητα αν είναι χωρισμένος από τους άλλους, αν νιώθει δηλαδή ότι είναι αυτός ξεχωριστός και οι άλλοι είναι σκουπίδια. Αν θέλει κανείς να γίνει άγιος, αυτό το πράγμα είναι μια σατανική, εγωιστική τάση, είναι καθαρός εγωισμός. Αν έχει τον πόθο της αγιότητας είναι κάτι τελείως διαφορετικό, δηλαδή, ξεχνάει τον εαυτό του και θέλει να ενωθεί με την αγιότητα του Χριστού. Και αυτό οι άγιοι το ζούσανε παρά πολύ. Και τόσο πολύ την ζούσαν αυτή την ένωση με τον Χριστό, ώστε, ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας, εδώ της Θεσσαλονίκης, λέει κάτι υπέροχο, «οι Μάρτυρες νιώθαν τόσο πολύ ενωμένοι με τον Χριστό, ώστε προτιμούσαν να τους κόψουν τα μέλη του σώματος τους παρά αυτοί να κοπούν από το Σώμα του Χριστού». Καταλαβαίνετε; Είναι κάτι τρομακτικό. Η έννοια, δηλαδή, της ενώσεως με τον Χριστό. Αυτός είναι ο πόθος της αγιότητας που βλέπουμε στους βίους των αγίων. Τελείως διαφορετικό είναι το να λέει κανείς, θέλω να γίνω άγιος.


Σεβασμιότατος - Reverendicimus


Α, και κάτι άλλο για τους τίτλους: Μακαριότατος, τι σημαίνει; Μας το είπε ο Χριστός, «μακαριότατοι οι πτωχότατοι τω πνεύματι, μακαριότατοι οι ειρηνοποιότατοι» όλα εκείνα που είπε βάλτε τα στον υπερθετικό βαθμό κι έχετε το μακαριότατος, ή το τι πρέπει να είναι ο μακαριότατος. Οι τίτλοι αυτοί σημαίνουν τι πρέπει να είναι κανείς, εκτός από το «σεβασμιότατος», αυτό μας ήρθε από τη Δύση. Το σεβασμιότατος δεν είναι ορθόδοξο. Ευτυχώς στην Κύπρο εξακολουθούν και έχουν το πανιερότατος. Το πανιερότατος σημαίνει πανίερος, πολύ ιερός, που πρέπει να είσαι τέτοιο. Το σεβασμιότατος τι σημαίνει; Α, το καθήκον των άλλων προς τον επίσκοπο, να τον σέβονται. Στην πραγματικότητα έχει μια ιστορία αυτό. Τα παλιά τα χρόνια, στις οικουμενικές συνόδους, εκεί που λένε, σηκώθηκε ο τάδε επίσκοπος και είπε αυτό και εκείνο, οι επίσκοποι λεγόντουσαν «ευλαβέστατοι» και αυτό είναι ακριβώς μέσα στο ίδιο σκεπτικό, ότι πρέπει να είναι πολύ ευλαβείς. Το ευλαβέστατοι στα λατινικά μεταφράστηκε reverenticimus σημαίνει το ίδιο πράγμα, αυτός, δηλαδή, που ευλαβείται πολύ, που σέβεται πολύ, τον Θεό. Ή μάλλον που πρέπει να είναι έτσι, να είναι πολύ ευλαβής, να σέβεται πολύ τον Θεό. Μετά το 1100, μετά το Σχίσμα, άρχισε να εμφανίζεται μια αλλαγή, εκεί, στη Δύση, το t έγινε d. Έγινε λοιπόν reverendicimus από το reverendus. Το πρώτο σήμαινε, «αυτός που ευλαβείται, που σέβεται, τον Θεό» το άλλο όμως είναι αντίθετο, σημαίνει, «αυτόν που πρέπει να τον σέβονται οι άλλοι». Κι έτσι ενώ πρώτα οι επίσκοποι αισθάνονταν ότι είχαν το καθήκον να σέβονται τον Θεό μετά με την αλλαγή αυτή έπαψαν να έχουν καθήκοντα και είχαν μόνο δικαιώματα. Δηλαδή οι άλλοι είχαν το καθήκον να σέβονται τους επισκόπους. Ενώ το κέντρο του επισκόπου πρώτα ήταν ο Θεός που έπρεπε να Τον σέβεται, μετά έγινε το κέντρο του επισκόπου ο ίδιος ο εαυτός του και όλοι οι άλλοι έπρεπε να τον σέβονται. Και μετά μας ήρθε αυτό. Πολύ αργά μας ήρθε. Μη νομίζετε ότι υπήρχε εδώ στην ορθοδοξία. Να σκεφτείτε ότι ακόμη και στις αρχές του εικοστού αιώνα λεγόντουσαν πανιερότατοι, δεν λεγόντουσαν σεβασμιότατοι. Μεταφράστηκε, δηλαδή, αυτό το reverendicimus στα ελληνικά και μας ήρθε και μας και έχει επικρατήσει τώρα. Είναι αυτό βέβαια που εκφράζει και τον νέο ελληνισμό, δηλαδή, οι επίσκοποι με αυτόν τον τίτλο δεν έχουν καθήκον και υποχρέωση προς τον Θεό, έχουν μόνο δικαιώματα, όπως οι νεοέλληνες.


Γεροντάδες, τρία παραδείγματα υπακοής


00:29:20

Να σας πω τρία παραδείγματα γεροντάδων. Αλήθεια σας λέω από τις τρεις μοναχικές αρετές η πιο δύσκολη είναι η υπακοή. Η υπακοή είναι πραγματικά δύσκολη κι όποιος την κάνει εκείνος αγιάζει. Αλλά προσέξτε αυτό δεν σημαίνει ότι ο γέροντας του αγιάζει. Αυτό είναι η διαφορά, μπορεί κάποιος να αγιάσει κάνοντας υπακοή αλλά ο γέροντας του να μη πω τι θα πάθει. Να σας πω τρία παραδείγματα.

Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.

Να πάμε γύρω στα 720 μ.Χ., να πάμε κοντά στα Ιεροσόλυμα, στη μονή του αγίου Σάββα. Εκεί είχε πάει να μονάσει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Αφού είχε αφήσει τα παλάτια της Δαμασκού. Ο πατέρας εκεί είχε ένα μεγάλο αξίωμα. Παρόλο που εκείνα τα μέρη τα είχαν κατακτήσει οι Άραβες μουσουλμάνοι, επειδή ήταν πολύ μορφωμένος και είχε ικανότητες, του είχαν αναθέσει ένα μεγάλο αξίωμα. Μεγάλωσε δηλαδή μέσα σε παλάτι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Εγκατέλειψε όλα αυτά τα πλούτη και πήγε στη μονή του αγίου Σάββα. Εκεί λοιπόν τον δώσαν σε έναν πολύ, πολύ αυστηρό γέροντα. Ένα δείγμα της αυστηρότητας; Του απαγόρευσε να ψάλλει. Σκεφτείτε ότι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ήταν ο ίδιος υμνογράφος, έγραφε τροπάρια, είχε και πολύ ωραία φωνή. Τον έστειλε μια φορά, αυτόν που ήταν από πριγκιπική οικογένεια, τον έστειλε στη Δαμασκό με μια αρμαθιά από πλεκτά καλάθια να τα πουλήσει σε διπλάσια τιμή από την συνηθισμένη. Πήγε ο καημένος εκεί, τον βλέπαν τον κουρελή τον μοναχό, πηγαίναν να πάρουν καλάθια, τους έλεγε την τιμή, γίνονταν έξω φρενών, θυμώναν τον βρίζαν και φεύγανε. Ώσπου πέρασε κάποιος δούλος του πατέρα του, τον αναγνώρισε, δεν του είπε τίποτα, αγόρασε όλα τα καλάθια και έτσι επέστρεψε στην μονή του αγίου Σάββα. Κάποτε πέθανε ένας μοναχός σε κάποιο κελί και ο αδελφός του ζήτησε από τον άγιο Ιωάννη να γράψει ένα τροπάριο. Εκείνος αρχικά αρνήθηκε αλλά τελικά έγραψε το γνωστό «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα ...» και το σιγοέψαλλε στο κελί του. Τον άκουσε ο γέροντας και τον έδιωξε από το μοναστήρι ... παρακάλεσε ο άγιος τον ηγούμενο και τους πατέρες και τελικά τον δέχτηκε αλλά με τον όρο να καθαρίσει όλα τα αποχωρητήρια. (http://dip88.blogspot.gr/).

Η αγία Θεοδώρα.

Η αγία Θεοδώρα ήταν τον 9ο αιώνα, γεννήθηκε το 812 και κοιμήθηκε το 892. Την είχαν παντρέψει οι γονείς της, είχε αποκτήσει ένα κορίτσι, Θεοπίστη, και δυο άλλα παιδιά που πέθαναν. Το κορίτσι το έδωσαν καλόγρια σε ένα μοναστήρι που η ηγουμένη ήταν θεία της Θεοπίστης. Στα 25 της η αγία Θεοδώρα έμεινε χήρα και πήγε καλόγρια στη μονή του αγίου Στεφάνου (στη σημερινή αγία Θεοδώρα στη Θεσσαλονίκη) όπου ήταν ηγουμένη μια συγγενής τους, η Άννα, μια πολύ αυστηρή μοναχή. Μετά από καιρό πέθανε η ηγουμένη στο μοναστήρι που βρισκόταν η κόρη της, η Θεοπίστη, και ήρθε και αυτή στη μονή του αγίου Στεφάνου. Η μητέρα κοίταζε να φροντίζει το κορίτσι της, η ηγουμένη αυστηρή, «όχι, δεν θα την φροντίζεις». Κάποια φορά κάτι έκανε πάλι η αγία Θεοδώρα, θύμωσε τόσο πολύ η ηγουμένη που τους είπε, δεν θα μιλάτε καν! Επί 15 χρόνια δεν μιλούσε στην κόρη της, μέσα στο ίδιο μοναστήρι. Μετά της έδωσε την άδεια να μιλάνε. Κάποια μέρα που είχε πολύ βαρυχειμωνιά, η αγία Θεοδώρα από απροσεξία έριξε νερό στο πάτωμα του κελιού της και τράβηξε την ψάθα που κοιμόταν στην άκρη για να μη βραχεί. Το είδε η ηγουμένη, και επειδή τους είχε πει να μην κάμνουν καμιά αλλαγή χωρίς την άδεια της, το θεώρησε ανυπακοή και την τιμώρησε να περάσει όλη τη νύχτα, άγρυπνη, έξω στην αυλή. Άρχισε και βροχή εκείνη τη νύχτα και κρέμονταν πάγοι από το βρεγμένο ράσο της και με χαρά, χωρίς να γογγύσει έκανε την υπακοή την τόσο τρομερή. Αυτό θα πει υπακοή των αγίων. Κάποτε η γερόντισσα παραιτήθηκε λόγω μεγάλης ηλικίας και επειδή αρνήθηκε η αγία Θεοδώρα να γίνει ηγουμένη εξέλεξαν την κόρη της για ηγουμένη. Η παλιά η Άννα, έπεσε και έσπασε το πόδι της, τέσσερα χρόνια ήταν στο κρεβάτι και την περιποιούνταν η Θεοδώρα. Τα ‘χασε κιόλας και την έβριζε. Επί επτά χρόνια την περιποιούνταν κι άκουγε τα βρισίδια της φρενοβλαβούς γραίας, όπως λέει το Συναξάριο. (http://dip88.blogspot.gr/).

Ο όσιος Δαβίδ ο νέος.

Πάμε στα 1520 ’25, ο όσιος Δαβίδ ο νέος, της Ευβοίας, είχε πάει σε έναν πολύ αυστηρό γέροντα, τον Ακάκιο τον οποίο τελικά ο Πατριάρχης τον χειροτόνησε μητροπολίτη Ναυπάκτου και Άρτης (από την Ναύπακτο ως την Πρέβεζα) και μένανε στην Ναύπακτο μαζί. Κάποτε τον έστειλε για μια υπόθεση στην Άρτα. Πήγε τέσσερεις μέρες δρόμο. Στην Άρτα κάποιος του δώρισε ένα ζευγάρι παπούτσια. Όταν τον είδε ο γέροντας να φοράει παπούτσια τον έστειλε να τα πάει πίσω στην Άρτα. Την ίδια μέρα που γιορτάζουμε τον όσιο Δαβίδ, 1 Νοεμβρίου γιορτάζουμε και τους αγίους Ιάκωβο το νεομάρτυρα και τους δύο μαθητές του διάκονο Ιάκωβο και Διονύσιο μοναχό. Ο όσιος Ιάκωβος ήταν από την περιοχή της Καστοριάς (από την Κορησό) και είχε πάει στην περιοχή της Ναυπάκτου και είχε γίνει ηγούμενος στη μονή της Δερβέκιστας, στα δυτικά της Ναυπάκτου. Ήταν άγιος άνθρωπος και έτρεχε ο κόσμος εκεί. Ο Ακάκιος ζήλεψε και τον συκοφάντησε στους Τούρκους ότι μαζεύει τον κόσμο για να κάνει επανάσταση. Οι Τούρκοι τον συνέλαβαν με τον Ιάκωβο τον διάκονο τον μοναχό Διονύσιο και τους στείλανε στα Τρίκαλα και από εκεί στην Αδριανούπολη όπου ήταν ο Σουλτάνος. Πέρασαν από φοβερά μαρτύρια, περιγράφονται από αυτόπτη μάρτυρα. Τον διάκονο του σφίξαν το κεφάλι τόσο πολύ που βγήκε το μάτι. Στο τέλος και τους τρεις τους φονεύσανε. Κι έτσι έγιναν τρεις νεομάρτυρες χάρη στην ζήλεια του Ακακίου. Βλέπετε τη υπακοή έκανε ο όσιος Δαβίδ. (http://dip88.blogspot.gr/).

Αυτός ο γέροντας ούτε άγιος ήταν, ούτε αλάθητος ήταν, ούτε καν καλός άνθρωπος ήταν, αλλά έκανε αγίους, ο κακός γέροντας. Και σκεφτείτε ότι και οι δυο αυτοί άγιοι γιορτάζουν την ίδια μέρα. Και έχει γράψει εκεί ο εκδότης, ένας παλιοημερολογίτης που έχει εκδώσει τους τόμους του Μεγάλου Συναξαριστή, δεν ξέρει τι να πει. Γιατί την ίδια μέρα διαβάζεις το συναξάριο του Ιακώβου του νεομάρτυρος που λέει εκεί ότι αυτός ο Ακάκιος τον κατήγγειλε, στο άλλο διαβάζεις το συναξάριο του οσίου Δαβίδ ο οποίος ήταν υποτακτικός του Ακακίου και έκανε την υπακοή και αγίασε, και λες τι γίνεται τώρα εδώ; Δεν γίνεται τίποτα, απλούστατα αγίασε ο άλλος με την υπακοή σε έναν γέροντα ο οποίος ήτανε κακός. Αυτό είναι όλο κι όλο, κακός γέροντας. Μπορεί δηλαδή να κάνει κανείς υπακοή και να αγιάσει αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο γέροντας είναι αλάθητος. Αυτά λοιπόν που λέγονται για γέροντες και για αλαθήτους και για τέτοια, είναι ουσιαστικά μια μεταφορά του παπικού αλαθήτου μέσα στην ορθοδοξία και αποτελεί διαστρέβλωση της ορθοδοξίας. Και η επέκταση που γίνεται στον κόσμο είναι μια κατάχρηση γιατί η υπακοή είναι μοναχική αρετή. Άλλο πράγμα η αγάπη προς τον γέροντα, άλλο δηλαδή η αγάπη προς τον πνευματικό.

Και για να αναφερθώ πάλι στους παλιούς αγιορείτες, ήδη την εποχή που είχε αρχίσει η μόδα ... εξάλλου η μόδα αυτή των γεροντάδων ήρθε επειδή είχε επικρατήσει διεθνώς μια μόδα με τους γκουρού. Ανατολικές θρησκείες, οι γκουρού εκείνοι ζητάν τυφλή υπακοή. Για να αποδείξει κανείς την υπακοή, βάζουν μια λεκάνη, πλένουν τα πόδια του γκουρού και μετά ο άλλος πρέπει να πιει το νερό για να δείξει την υπακοή. Αν έχει διαβάσει κανείς την Γερόντισσα Γαβριηλία αναφέρεται εκεί. Της ζητήσαν κι αυτής ... είχε πάει να δει τι γίνεται εκεί και βρήκε μια δικαιολογία και δεν ήπιε. Αυτή η τυφλή υπακοή από εκεί ξεκίνησε, από τους γκουρού και ήρθε και εδώ πέρα, ήταν έτοιμα τα πνεύματα να δεχτούν μια τέτοια μόδα. Ευτυχώς, βέβαια, που υπήρχανε οι δικοί μας οι γεροντάδες και δεν μπορέσαν να εισχωρήσουν οι γκουρού, αλλά το θέμα είναι όχι και να το παραξηλώσουμε. Θυμάμαι μια περίπτωση που ήταν ένα μοναχικό συνέδριο εδώ στον άγιο Δημήτριο. Και θυμάμαι τότε δύο γνωστούς μου μοναχούς. Μιλήσαν εκεί ένας ηγούμενος από το Άγιον Όρος, από αυτούς που είπαμε, τους χαρισματικούς που είχαν πάει τότε και αναγεννήθηκε το Άγιον Όρος, μίλησε εκείνος, ήταν μια υπέροχη ομιλία, πραγματικά την χάρηκα. Και μου μένει από εκείνη την ομιλία κάτι χαρακτηριστικό, «να προσευχόμαστε να αποτύχουμε για να μη πιστέψουμε ποτέ ότι κάτι είμαστε». Να σας πω και τα ονόματα, ήταν ο Αιμιλιανός της Σιμωνόπετρας. Ο άλλος ήταν ένας πολύ πιο ηλικιωμένος, ένας γλυκύτατος γέροντας, ο Γεράσιμος ο υμνογράφος. Μίλησε κι εκείνος, τελείως διαφορετικό το στυλ, κυρίως με ιστορικά γεγονότα, παλιές ιστορίες, μου άρεσε πάρα πολύ κι εκείνος. Μετά βλέπω δυο υποτακτικούς του ενός και του άλλου. Ο ένας ήταν ένας σιμωνοπετρίτης, «α, λέει, η πιο όμορφη ομιλία ήταν του γέροντα», συμφώνησα. Βλέπω και τον άλλον που ήταν του Γερασίμου του Μικραγιαννανίτη, «η πιο ωραία ομιλία ήταν του γέροντα», συμφώνησα και μ’ εκείνον.

Το ξέρετε με την γυναίκα του Νασραντίν Χότζα; Πήγαν στον Νασραντίν Χότζα ένα ζευγάρι. Πάει λοιπόν ο άνδρας, αρχίζει να λέει τι τραβάει απ’ τη γυναίκα του ... Δίκιο έχεις, του λέει ο Χότζας. Έρχεται κι η γυναίκα, αρχίζει τα παράπονα της για τον άντρα ... Δίκιο έχεις, λέει ο Χότζας. Η γυναίκα του Χότζα, σαν γυναίκα, κρυφάκουε. Μόλις φύγαν λοιπόν οι δυο πάει στον Χότζα και λέει, βρε Χότζα μου, δεν είναι δυνατόν και οι δυο να έχουν δίκιο. Κι εσύ δίκιο έχεις! Έτσι κι εγώ συμφώνησα και με τους δύο. Πραγματικά σας λέω, ήταν διαφορετικές οι ομιλίες, δεν μπορούσε να γίνει σύγκριση, να πούμε πια είναι καλύτερη από τις δυο. Ήτανε διαφορετικά πράγματα. Αλλά και οι δυο ήτανε πολύ όμορφες, τις είχα χαρεί. Αυτό ήτανε η σχέση των μοναχών με τους γεροντάδες τους. Δηλαδή, χαιρόντουσαν, καμαρώναν για τους γεροντάδες τους, δηλαδή, τους είχαν θεοποιήσει όπως έχει γίνει αυτό το αρρωστημένο φαινόμενο που έχει επεκταθεί τόσο πολύ. Ελπίζω τώρα σιγά-σιγά να ατονεί καθώς άρχισαν και οι εκκοσμικεύσεις στο Άγιον Όρος και πέφτει αυτή η αίγλη. Γιατί πάντοτε συμβαίνει αυτό, όταν κάτι υπερβολικά δοξαστεί, στο τέλος αρχίζει η φθορά από μέσα.

Το θέμα είναι όμως ότι δεν υπήρχε στο Άγιον Όρος ... αλήθεια σας λέω σαν παιδιά κάνανε. Παίζαν. Όπως έπαιζε ξέρετε ποιος; Ο Μέγας Αντώνιος. Το ξέρετε ότι έπαιζε ο Μέγας Αντώνιος; Ε, να, πήγε κάποιος κυνηγός να δει τον άγιο Αντώνιο και τον βρήκε τον άγιο Αντώνιο, έπαιζε με τους νέους μοναχούς, έπαιζε, δεν ξέρουμε τι έπαιζε. Ράγκμπι έπαιζε, δεν ξέρω, πάντως έπαιζε. Και σκανδαλίστηκε ο κυνηγός. Και του λέει ο Μέγας Αντώνιος, για έλα, τέντωσε το τόξο σου. Το τεντώνει. Τέντωστο ακόμα. Το ξανατεντώνει. Τέντωστο ακόμα ... Θα σπάσει! Έτσι, λέει, είναι και οι άνθρωποι. Να μη τους ζητάμε υπερβολικά τέτοια, χρειάζονται και το παιχνίδι ... Αυτό να το ξέρουν και οι γονείς για τα παιδιά τους, μη τους βάζουν συνέχεια, μάθε αυτό, μάθε εκείνο. Άιντε πήγαινε, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, πήγαινε και μπαλέτο, πήγαινε και μουσική ... αυτά τα παιδιά σκάνε. Δηλαδή τι θα κάνουν τα έρμα τα παιδάκια; Βλέπετε και οι γονείς γίνονται γεροντάδες και ζητάνε τυφλή υπακοή. Βέβαια έχουμε και τα αντίστροφα, παιδιά που γίνονται γεροντάδες και ζητάν τυφλή υπακοή από τους γονείς. Τι να κάνουμε όπου υπάρχουν γεροντάδες δημιουργούν προβλήματα. Και την τάση αυτή την έχουν οι άνθρωποι, να διατάσσουν τους άλλους. Ε, όμως όποιος διατάζει τους άλλους δεν έχει καμιά σχέση με τον Χριστό! Γιατί ο Χριστός τι έκαμνε; Έπλενε τα πόδια των Μαθητών Του. Ενώ οι γκουρού λένε να τους τα πλένουν τα πόδια και να πίνουν και το τέτοιο, ο Χριστός ο Ίδιος έπλενε τα πόδια.


Ο Χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία


00:53:33

Είδατε πόσο διαφορετικός είναι ο Χριστός από όλες αυτές τις ηλίθιες θρησκείες; Γι’ αυτό και μη ξεχνούμε και κάτι. Ο Χριστιανισμός δεν είναι μια από τις θρησκείες. Πολλοί λένε ότι ο Χριστιανισμός είναι μια θρησκεία, γι’ αυτό στο μάθημα των θρησκευτικών να διδάσκουμε θρησκειολογία, όλες τις θρησκείες. Δεν είναι μια από τις θρησκείες, ούτε καν η καλύτερη από τις θρησκείες. Δεν είναι θρησκεία, είναι κάτι τελείως ... είναι η κατάργηση όλων των θρησκειών, είναι μια ανατροπή των θρησκειών, γιατί σκεφτείτε: Το βασικό σε κάθε θρησκεία είναι ότι υπάρχουν από κάτω οι άνθρωποι και από πάνω είναι ένας θεός ή πολλοί θεοί, και οι άνθρωποι λατρεύουνε τους θεούς ή τον θεό, προσφέρουν θυσίες, δώρα και τέτοια για να εξευμενίσουν τον θεό κλπ. Στον Χριστιανισμό αυτά τα πράγματα είναι τελείως αντίστροφα. Δεν προσφέρουν οι άνθρωποι θυσία στον Θεό, ο Θεός προσφέρει θυσία στους ανθρώπους τον Υιό Του. Είναι τελείως ανάποδα. Δεν είναι θρησκεία αυτό το πράγμα. Ο Θεός προσφέρει στους ανθρώπους θυσία τον Υιό Του για να συμφιλιωθεί μ’ αυτούς και ένα υπέροχο κομμάτι του αποστόλου Παύλου μας λέει ακριβώς αυτό το πράγμα, «Υπέρ Χριστού ουν πρεσβεύομεν ως του Θεού παρακαλούντος δι᾿ ημών· δεόμεθα υπέρ Χριστού, καταλλάγητε τω Θεώ» (Β’ Κορ. 5,20). Λοιπόν, εμείς είμαστε πρεσβευτές, απεσταλμένοι, υπέρ Χριστού, για τον Χριστό, σαν να παρακαλεί ο Θεός δια μέσου ημών, ο Θεός παρακαλάει τους ανθρώπους. Δεόμεθα, ικετεύουμε υπέρ Χριστού, για τον Χριστό, συμφιλιωθείτε με τον Θεό. Δηλαδή, στέλνει ο Θεός ... κάνει θυσία τον Υιό Του, προσφέρει θυσία τον Υιό Του στους ανθρώπους ο Θεός, και στέλνονται κατόπιν οι Απόστολοι και παρακαλούν τους ανθρώπους, για τον Θεό και για τον Χριστό, συμφιλιωθείτε με τον Θεό. Στις θρησκείες όμως προσφέρουν οι άνθρωποι για να συμφιλιωθούν με τον Θεό.

00:55:45

Αυτό που κάνουν και οι άνθρωποι με τα τάματα. Το τάμα είναι θρησκευτική έννοια. Μια θυσία για να εξευμενίσουμε, ή να καλοπιάσουμε τους αγίους, τον Θεό και τέτοια ... Στον Χριστιανισμό στην ουσία δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα, αλλά στο βάθος του Χριστιανισμού υπάρχει ο Θεός που προσπαθεί να καλοπιάσει τους ανθρώπους. Είναι φοβερό. Και να πάμε πάλι και στον άγιο Νικόλαο τον Καβάσιλα που λέει ότι, «ο Χριστός συμπεριφέρθηκε προς την ανθρωπότητα σαν ένας ερωτευμένος». Και λέει, «ο ερωτευμένος προσπαθεί να αποδείξει την αγάπη του, στην κοπέλα που αγαπάει, και στο τέλος για να αποδείξει την αγάπη του, αυτοκτονεί». Το ίδιο έκανε ο Χριστός. Δεν αυτοκτόνησε; Για να αποδείξει την αγάπη Του στους ανθρώπους, στην ανθρωπότητα, τι έκανε; Σταυρώθηκε. Έδωσε τον Εαυτό Του μόνος Του στον θάνατο. Οι άγιοι αυτά τα νιώθαν, αλλά οι καθώς πρέπει Χριστιανοί αυτά δεν τα καταλαβαίνουν, γιατί είναι μαθημένοι, θα παν την Κυριακή στην εκκλησία, θα κάθονται έτσι, ή θα κάνουν και μετάνοιες, θα κάνουν σταυρούς κλπ. Όλα αυτά τα τυπικά που τα είχαν και οι Εβραίοι. Αυτά που καταδίκασε ο Χριστός, ε; Αυτές τις τυπικότητες τις βλέπουμε, μια χαρά έχουν επικρατήσει και έχει μεταβληθεί ο Χριστιανισμός σε μια θρησκεία σαν τις άλλες. Οι άνθρωποι που σέβονται τον Θεό πάνε και στις εκκλησίες, κάνουν τα καθήκοντα τους, τα θρησκευτικά καθήκοντα, όπως λένε κλπ., κλπ. και .... και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα ...

Ο αληθινός Χριστιανισμός είναι μια επανάσταση, κυριολεκτικά μια επανάσταση, μια ανατροπή όλων των θρησκειών του κόσμου, είναι το τελείως αντίθετο από όλες τις θρησκείες, αλλά δυστυχώς οι άνθρωποι που υποτίθεται ότι ακολουθούν τον Χριστό, τελικά ζούνε απλώς όπως ζούνε όλοι οι θρήσκοι. Με τυπικότητες, με καθώς πρέπει συμπεριφορά κλπ., κλπ. Δεν ζουν αυτό τον δυναμισμό που υπάρχει, που τον ζούσαν οι πρώτοι Χριστιανοί.

00:58:16

- Δεν μας είπατε πως πρέπει να συμπεριφερόμαστε μέσα στην Εκκλησία.

- Πώς να συμπεριφερόσαστε; Ε, που να ξέρω εγώ; Α, να μη κάνετε μετάνοιες. Ε, τι να κάνετε; Τούμπες να κάνετε. Κοιτάξτε. Κάποιος από εδώ μέσα λέει πως δεν κατάλαβε και θέλει να σας πω τι πρέπει να κάνουμε ...

- Την υπακοή την καταργήσαμε, τους γεροντάδες τους καταργήσαμε ...

- Δεν αφήσαμε τίποτα όρθιο. Πω, πω, ξέρετε τι έχει μείνει όρθιο; Εδώ σε όλη την αίθουσα εγώ είμαι ο μόνος όρθιος. Αμάν ...

- Να φέρουμε ανεμιστήρα ...

- Α, ανεμιστήρα να έχετε, λοιπόν και να αερίζεστε στην εκκλησία. Προσέξτε. Το θέμα είναι μη μου ζητάτε τέτοια πράγματα γιατί ο Χριστιανισμός δεν είναι Τσελεμεντές, με οδηγίες, θα κάνετε αυτό, θα κάνετε εκείνο, θα κάνετε εκείνο, θα κάνετε εκείνο ... Παλιά υπήρχε ένα παιχνίδι ωραίο: να κάνετε έτσι, να κάνετε έτσι, να κάνετε έτσι, ... να μη κάνετε έτσι, κι όλοι μπερδευόντουσαν και το κάμναν κι εκείνο. Ωραίο παιχνίδι, μου άρεζε πολύ, το κάμναμε στα Κατηχητικά την παλιά εποχή, εγώ ήμουν του Κατηχητικού παιδί ... Λοιπόν, να πω κάτι: Όχι τι θα κάνετε, αλλά τι θα νιώθετε έχει σημασία. Αυτή την απέραντη αγάπη στον Χριστό και καταλάβετε το, για όλους ... γεροντάδες ή μη γεροντάδες «μηδενί μηδέν οφείλετε ει μη το αγαπάν αλλήλους» (Ρωμ. 13,8). Δηλαδή σας είπα για την αγάπη των παλιών αγιορειτών προς τους γεροντάδες τους, δεν σας είπα να καταργηθούν οι γεροντάδες. Μη τους θεοποιούμε, μη τους βάζουμε, δηλαδή, στη θέση του Χριστού ... Κοιτάξτε, αυτός ο καζουιστικός Χριστιανισμός, θα κάνουμε αυτό, θα κάνουμε εκείνο, ή οι συνταγές που υπάρχουν των αμαρτιών, δεν θα κάνεις αυτό, δεν θα κάνεις εκείνο, δεν θα κάνεις εκείνο. Αυτά όλα καταστρέφουν το νόημα του Χριστιανισμού, τον μεταβάλλουν, δηλαδή, σε ένα συνταγολόγιο. Όχι αυτό το πράγμα. Είναι κάτι άλλο, είναι αυτή η ζωντάνια που δεν .... Είναι σαν, πώς να πούμε; Να πούμε το άλλο. Οι άλλοι που κάθονται οι θεολόγοι στα Πανεπιστήμια, ας πούμε στη Δογματική και ο Θεός είναι έτσι, είναι αλλιώς, είναι αλλιώς ... κάνουν σαν να είναι ο Θεός ένα πτώμα που του κάνουν ανατομία. Όπως στην Ιατρική δηλαδή μαθαίνουν πως είναι το σώμα κάνοντας κομμάτια ένα πτώμα, το ίδιο κάνουν αυτοί που μιλάνε για τον Θεό και δεν ζουν τον Θεό. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, τον οποίο τόσο πολύ τον χρησιμοποιούν οι θεολόγοι της εποχής μας, έλεγε κάτι πολύ-πολύ όμορφο, «το γαρ περί Θεού τι λέγειν και Θεώ εντυγχάνειν ου ταυτόν», δηλαδή, «το να μιλάς για τον Θεό και το συναντάσαι με τον Θεό δεν είναι το ίδιο». Εκείνο έχει αξία να μιλάς για τον Θεό και να λες πως είναι ο Θεός, είναι ομοούσιος, είναι τρία πρόσωπα μια ουσία ... Αυτά είναι το να μιλάς περί Θεού και άλλο είναι το να συναντάσαι με τον Θεό, ή να ενώνεσαι με τον Θεό. Και αυτή η ένωση με τον Θεό, μη νομίζετε ότι είναι κάτι τόσο μακριά από εμάς. Δεν το έχουν μόνο οι άγιοι.

01:03:36

Για τους αγίους θα πούμε ότι έχουν την θεοπτία, ότι βλέπουν το άκτιστον Φως και για το οποίο μιλάνε τόσοι, τόσοι στην εποχή μας μιλάνε όλο για το άκτιστο Φως, και κανένας από αυτούς δεν το έχει δει. Αυτοί που μιλάνε στα σαλόνια, η ορθοδοξία των σαλονιών, για το άκτιστο Φως και το ένα και το άλλο ... Το άκτιστο Φως δεν είναι κάτι για σαλόνια και για συζητήσεις, αυτό είναι η εμπειρία των αγίων, λίγων αγίων, όχι ότι ο καθένας που μιλάει γι’ αυτά έχει δει. Άλλο πράγμα είναι το να μιλάς για κάτι και άλλο το να το ζεις. Εκείνο έχει σημασία. Αλλά είπα, δεν είναι κάτι τόσο μακριά από μας, αν σκεφτούμε ότι με τη Θεία Ευχαριστία, που αυτό είναι το κέντρο της ζωής μας, ουσιαστικά.

Δηλαδή, γιατί πάμε στην εκκλησία; Πάμε λέτε για να προσευχόμαστε; Πολύ καλύτερα προσεύχεται κανείς μόνος του, πολύ καλύτερα γιατί δεν έχει φασαρία. Βεβαίως όταν είναι στην εκκλησία μπορεί να χαίρεται που τον βλέπουν και οι άλλοι που προσεύχεται ... Λοιπόν, γιατί πάμε στην εκκλησία; Ουσιαστικά να καταλάβουμε, η εκκλησία είναι ... δεν λέγεται ναός, δεν πάμε ... στο χθεσινό Ευαγγέλιο μας είπε κάτι ο Κύριος, «ο Θεός ουκ εν χειροποιήτοις ναοίς κατοικεί» (Πράξ. 7,48). Είχε μπροστά της τον Χριστό και ρωτούσε χαζά πράγματα. Έτσι συνήθως γίνεται, είχε μπροστά της τον Χριστό κι αυτή ρωτούσε, ποιος έχει δίκιο απ’ τους δυο; Εμείς οι Σαμαρείτες ή εσείς οι Ιουδαίοι; Που κατοικεί ο Θεός; Τι δηλαδή, μέσα στην εκκλησία θα πας να βρεις τον Θεό; Βγες έξω στην φύση και ζήσε τον Θεό εκεί μέσα. Και μόνο που βλέπεις αυτή την ομορφιά, αυτή η ομορφιά σε ανεβάζει να δοξολογήσεις τον Θεό. Είναι βλέπετε το κυριότερο πράγμα που έχει ο άνθρωπος. Μόνο ο άνθρωπος μπορεί να δοξολογεί τον Θεό, να νιώθει αυτό το μεγαλείο, αυτή τη σοφία που υπάρχει μέσα στη δημιουργία. Κι όχι να ασχολείται με τους ανθρώπους. Συνήθως οι θρήσκοι ασχολούνται με τους άλλους. Τι έκανε αυτός, τι έκανε ο άλλος. Αλλά κάτι που υπάρχει μέσα στο ναό και δεν υπάρχει έξω είναι η Θεία Ευχαριστία και στην Θεία Ευχαριστία ενωνόμαστε με τον Χριστό και γινόμαστε ένα Σώμα. Ε, καταλαβαίνετε, εμείς με τις δικές μας τις δυνάμεις δεν μπορούμε να το κάνουμε. Εδώ είναι η θεία Χάρις που έρχεται και η θεία Χάρις μάλιστα σεσαρκωμένη, με τον Ίδιο τον σαρκωθέντα Χριστό. Και να ξέρετε οι παλιοί Πατέρες ... σας είπα πιο μπροστά για τον άγιο Νικόλαο τον Καβάσιλα, που έλεγε ότι οι άγιοι ένιωθαν τόσο ενωμένοι με το Σώμα του Χριστού ώστε προτιμούσαν να τους κόψουν τα χέρια και τα πόδια παρά να κοπούν αυτοί από το Σώμα του Χριστού. Τόσο ... νιώθαν μεγαλύτερη ένωση με το Σώμα του Χριστού απ’ ότι με τα δικά τους μέλη. Λοιπόν να σκεφτείτε οι άγιοι παλιά το ζούσαν αυτό το πράγμα. Και γι’ αυτό έχουμε ... στην Ανατολή το ίδιο πράγμα λέει για το θέμα αυτό ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, στη Δύση ο άγιος Αυγουστίνος. Στην Ανατολή λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ότι οι Χριστιανοί είναι ανώτεροι από την Αγία Τράπεζα, διότι η Αγία Τράπεζα είναι από λίθο και αγιάζεται από το Σώμα του Χριστού που τίθεται επάνω. Ενώ οι Χριστιανοί είναι οι ίδιοι Σώμα Χριστού. Στη Δύση την ίδια εποχή περίπου ο άγιος Αυγουστίνος λέει τα ίδια πράγματα, «εσείς βρίσκεστε επάνω στην Αγία Τράπεζα, το δικό σας μυστήριο λαμβάνετε, διότι είναι γραμμένο ότι είστε μέλη Χριστού». Δηλαδή δεν ξεχωρίζουμε από τη Θεία Ευχαριστία, από το Σώμα Χριστού, κι εμείς είμαστε Σώμα Χριστού. Και μάλιστα ... οι ιερείς ξέρουν βέβαια, όταν προσευχόμαστε πριν από τον καθαγιασμό των αγίων Δώρων, λέμε, «ελθέτω το Πνεύμα Σου το Άγιον εφ’ ημάς και επί τα προκείμενα Δώρα ταύτα». Δηλαδή συγχρόνως κατεβαίνει σε μας και στα προκείμενα Δώρα, στα Δώρα αυτά, στον άρτο και στον οίνο. Δηλαδή όλοι είμαστε ενωμένοι, δεν υπάρχει διάκριση. Αν κανείς το ζει αυτό το πράγμα, μετά το τι θα κάνει είναι άλλο πράγμα. Κάτι που είπε στη Δύση ο άγιος Αυγουστίνος, «αγάπα και κάνε ότι θέλεις». Εάν σε κινεί η αγάπη, αν σε οδηγεί, από εκεί και πέρα ότι να κάνεις θα είναι απότοκο της αγάπης. Ενώ εάν πας και κάνεις ελεημοσύνες, κάνεις το ένα, κάνεις το άλλο, τα καθήκοντα, αλλά δεν το κάνεις από αγάπη, τότε τι είναι; Αυτό που είπε ο απόστολος Παύλος, «εάν δώσω όλα μου τα υπάρχοντα στους φτωχούς και δεν έχω αγάπη, τίποτα δεν είμαι». Μπορεί κανείς να είναι ελεήμων, να δίνει. Γιατί να δίνει; Γιατί έτσι είναι η εντολή. Ε, αυτό το πράγμα είναι κάτι κρύο, ένα τελείως κρύο. Το κάνει ή το κάνει κι από επίδειξη και δεν έχει καμιά αξία. Αγάπα κι από εκεί και πέρα δεν χρειάζονται συνταγές. ......



  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
ΠΕΡΙ ΠΟΛΛΩΝ